Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

ΜΝΗΜΗ: κουρελάκια

Το δωμάτιο έχει γεμίσει αράχνες, μόλις ξεκλειδώνεις την πόρτα σε πνίγει η οσμή της εγκατάλειψης. Ανοίγεις την ντουλάπα - ακόμα αλουστράριστο το ξύλο της - οι κρεμάστρες είναι γεμάτες ρούχα παλιά, αφόρετα για χρόνια αμέτρητα. Αράχνες έχουν στήσει τους ιστούς τους σε όλες τις γωνιές. Μεριάζεις τα άλλα και ανασύρεις το βαθυκύανο φόρεμα, εκείνο με τη δαντέλα και τον ταφτά. Χώνεις τα δάχτυλα στις τρύπες, τρίβονται οι κλωστές και οι ραφές χάσκουν - ο σκόρος ροκάνισε αλύπητα το ύφασμα.
Υ.Γ. Το είχε φορέσει στους αρραβώνες της, χάρισμα από μια θεία γεροντοκόρη. Ψευτοδαντέλα ήταν, από το κατάστημα Νεωτερισμών του αδερφού της στη Σπάρτη - γεροντοπαλίκαρο κι αυτός. Ένα δαιδαλώδες σκοτεινό κατάστημα, γεμάτο τόπια υφάσματα, δεύτερης ποιότητας τα πιο πολλά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου