E la nave va
Τη σταύρωσε σε ένα βράχο δίπλα στο χαμόσπιτό τους। Κάθε πρωί έστελνε τον γύπα του να κόβει ένα κομμάτι από το συκώτι της και να του το πηγαίνει। Εκείνος έθρεφε κι εκείνη έφθινε। Μα πιο πολύ από τον καημό της πως λίγο παρακάτω την περίμενε μια βάρκα। Για τη μεγάλη φυγή। Που όλο αναβαλλόταν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου